• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
regardless of prep (in spite of)άσχετα, ασχέτως, παρά, ανεξάρτητα, ανεξαρτήτως επίρ
 He continued working regardless of his illness.
 Συνέχισε να δουλεύει παρά την ασθένειά του.
regardless of prep (without considering)άσχετα, ασχέτως, παρά, ανεξάρτητα, ανεξαρτήτως επίρ
 The planning committee approved the redevelopment plans regardless of the effect on the locality.
 Η σχεδιαστική επιτροπή ενέκρινε τα σχέδια ανάπλασης παρά την επίδραση στην κοινότητα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
regardless of the cost adv (however high the price)ανεξάρτητα από το κόστος φρ ως επίρ
  ανεξαρτήτως κόστους φρ ως επίρ
 She wanted that fur coat regardless of the cost.
regardless of the cost adv figurative (however bad the consequences)ανεξάρτητα από το κόστος φρ ως επίρ
  ανεξαρτήτως κόστους φρ ως επίρ
 They were determined to win the war regardless of the cost.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'regardless of' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση regardless of στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «regardless of».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!